Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2016

Δεν χαρίζουμε τον δρόμο, δεν ξεχνάμε τον αντίπαλο


Ηλιόπουλος Νάσος 05.02.2016 
 


Στο πεδίο της κοινωνικής ασφάλισης αποκρυσταλλώνονται με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο τα αδιέξοδα που έχουν δημιουργηθεί για τον κόσμο της δουλειάς από τις κυρίαρχες πολιτικές. Η λογική της «ελεύθερης αγοράς» και του ανταγωνισμού βρίσκεται στην ρίζα του προβλήματος. Ενός προβλήματος που σήμερα ορίζεται κυρίαρχα από δύο στοιχεία. Από την διαχρονική λεηλασία του πλούτου των ταμείων και την διάλυση της αγοράς εργασίας (έκρηξη της ανεργίας, των ευέλικτων μορφών απασχόλησης και της παραβατικότητας). Η προσπάθεια δημιουργίας ενός βιώσιμου συστήματος κοινωνικής ασφάλισης από την σκοπιά των εργαζομένων απαιτεί κυρίαρχα την αντιμετώπιση των παραπάνω.
Ο πρώτος κόμβος των απαραίτητων παρεμβάσεων ορίζεται από το αίτημα της δικαιοσύνης. Η πιο κρίσιμη παρέμβαση είναι αυτή της ανακεφαλαιοποίησης των ταμείων. Αποτελεί θέμα διεκδίκησης η επανάκτηση ενός κομματιού του πλούτου των ταμείων. Δεν μπορούμε να ανεχόμαστε μια κυρίαρχη πρακτική εντός Ευρώπης που ο μοναδικός θεσμός που μπορεί να απολαμβάνει τη συγκεκριμένη μέριμνα είναι το τραπεζικό σύστημα. Παράλληλα με την ανακεφαλοποίηση πρέπει να προχωρήσουν άλλες δύο διαδικασίες. Να ερευνηθούν όλες οι νομικές ευθύνες για πολιτικά πρόσωπα και για διοικήσεις ταμείων καθώς επίσης να μπουν οικονομικές ποινές σε οργανισμούς που μέσω της πρακτικής της εθελούσιας επιβάρυναν συνολικά το ασφαλιστικό σύστημα.
Η κυρίαρχη αφήγηση για το ζήτημα των εθελούσιων συντάξεων τόσα χρόνια στρεφόταν εναντίων των εργαζομένων. Οι οργανισμοί που χρησιμοποίησαν τα προγράμματα εθελούσιας εξόδου με στόχο να διώξουν παλιούς εργαζόμενους και στην θέση τους να προσλάβουν νέους με διαφορετικό καθεστώς και γενικεύοντας την ευελιξία έχουν μείνει στο απυρόβλητο. Δεν είναι τυχαίο ότι η συγκεκριμένη πρακτική ήταν κυρίαρχη στις τράπεζες όπου σήμερα σταδιακά γενικεύεται ένα καθεστώς ευελιξίας (και τις οποίες αφορά κυρίαρχα το αίτημα για απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων). Ακριβώς για αυτό το λόγο χρειάζεται να υπάρξει μια μορφή οικονομικής ποινής που θα προκύπτει από τα κέρδη αυτών των οργανισμών και θα στηρίζει το ασφαλιστικό σύστημα ως ένα από τους απαραίτητους κοινωνικούς πόρους που χρειάζεται να σχεδιαστούν το επόμενο διάστημα.
Ο δεύτερος κόμβος παρεμβάσεων σχετίζεται με την σημερινή κατάσταση των εργασιακών σχέσεων και της αγοράς εργασίας. Χρειαζόμαστε τη δημιουργία ενός καινούργιου πλαισίου για το χτύπημα της παραβατικότητας στην αγορά εργασίας. Υπολογίζεται ότι πάνω από το 20% του εργατικού δυναμικού δουλεύει ανασφάλιστο. Κάτι που στοιχίζει για τα ταμεία σχεδόν 4 δις τον χρόνο. Η αντιμετώπιση του ζητήματος της ανασφάλιστης εργασίας ως κεντρικής, αλλά όχι η μοναδικής, μορφής παραβατικότητας δεν αποτελεί απλά ένα οικονομικό ζήτημα. Αντιθέτως, συνιστά κεντρικό πρόβλημα για την ίδια την λειτουργία, την αποτελεσματικότητα και το φρόνημα του εργατικού κινήματος.
Παράλληλα η ουσιαστική επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων ορίζει το κεντρικό μέτωπο για την αλλαγή των συσχετισμών στους χώρους εργασίας. Δεν μπορούμε να ξεχνάμε ότι το βασικό χαρακτηριστικό της κρίσης είναι η αναδιανομή εξουσίας και πλούτου σε βάρος της εργασίας και υπέρ του κεφαλαίου. Η υπηρέτηση του σχεδίου της αντίστροφης αναδιανομής περνάει κυρίαρχα μέσα από θεσμικές παρεμβάσεις που θα δώσουν στην πλειοψηφία της κοινωνίας την δυνατότητα να οργανωθεί και να παλέψει για αυτή την αλλαγή.
Η αντιμετώπιση των ποσοστών ανεργίας συγκροτεί και το πιο δύσκολο μέτωπο αυτή την στιγμή. Είναι ξεκάθαρο ότι με όρους «αγοράς» ακόμα και με ρυθμούς ανάπτυξης που θα προσεγγίζουν το 3% θα απαιτηθεί μεγάλο χρονικό διάστημα για την αντιμετώπιση της σημερινής ανεργίας. Ακριβώς για αυτό το λόγο χρειαζόμαστε μια γενναία δημόσια παρέμβαση. Μια σειρά από προγράμματα στα οποία το κράτος θα λειτουργήσει ως «εργοδότης έκτακτής καταφυγής» σε συνδυασμό με ένα πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων. Κεντρικό ερώτημα για τον σχεδιασμό ενός τέτοιου προγράμματος συνιστά η πηγή των απαιτούμενων πόρων. Είχε υπολογιστεί ότι μέσα από μια έκτακτη «εισφορά αλληλεγγύης» 12% σε επιχειρήσεις με κερδοφορία πάνω από 500.000 ευρώ μπορούν να βρεθούν πόροι ύψους 1,2 δις. Σίγουρα όχι η λύση αλλά μια καλή αρχή. Κρίσιμο για την λειτουργία ενός τέτοιου προγράμματος και για την κάθετη διάκριση του από το σύνολο των σημερινών προγραμμάτων κατάρτισης είναι πρώτον η χρονική διάρκεια του που πρέπει να προσεγγίζει τον ένα χρόνο, η συνολική κατοχύρωση των εργασιακών δικαιωμάτων για όσους συμμετέχουν και ο σχεδιασμός του με βάση κοινωνικές ανάγκες για την δημιουργία υποδομών (π.χ. ενεργειακή αναβάθμιση κτηρίων σε λαϊκές γειτονιές).
Ανακεφαλαίωση: χωρίς την εξεύρεση πόρων για την στήριξη των ταμείων και μια σειρά παρεμβάσεων στο κομμάτι της αγοράς εργασίας δεν μπορεί να υπάρξει μακροπρόθεσμα ρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος υπέρ του κόσμου της δουλειάς. Η παραπάνω προβληματική εμφανίζεται να απουσιάζει σχεδόν καθολικά από το κομμάτι των κινητοποιήσεων. Για άλλη μια φορά εμφανίζεται η αδυναμία του οργανωμένου εργατικού κινήματος να παρέμβει προωθητικά στην βάση μιας δικής του επιθετικής στρατηγικής για την κοινωνική ασφάλιση. Ταυτόχρονα στο κομμάτι των ελεύθερων επαγγελματιών και των αγροτών βλέπουμε στρώματα που είχαν πολωθεί προς την αριστερά να πολώνονται προς την άλλη κατεύθυνση κάτω από την ηγεμονία των πιο αντιδραστικών δυνάμεων. Η δική μας δουλειά δεν μπορεί να περιορίζεται στην καταγγελία της υποκρισίας του «μετώπου του ναι» που στηρίζει σύσσωμο τις κινητοποιήσεις με την ελπίδα να κερδίσει όχι ένα άλλο ασφαλιστικό αλλά μία άλλη κυβέρνηση.
Αν θέλουμε πραγματικά να είμαστε αποτελεσματικοί στον αγώνα μας ενάντια σε αυτές τις δυνάμεις, που σε καμία περίπτωση δεν επιθυμούν την υπεράσπιση ενός δημόσιου κοινωνικού συστήματος ασφάλισης, πρέπει να παλέψουμε για το συσχετισμό και μέσα στις κινητοποιήσεις. Παράλληλα πρέπει να υπάρξει ένας σχεδιασμός για διορθωτικές κινήσεις που θα σπάνε την συμμαχία κομματιών των παραπάνω κλάδων που αντικειμενικά αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης, με τις αντιδραστικές τους ηγεσίες. Σε κάθε περίπτωση όμως παραμένει κρίσιμο αν στο δημόσιο διάλογο θα ηγεμονεύσει μια προβληματική που θα ονοματίζει την λογική του νεοφιλελευθερισμού ως την πηγή των σημερινών μας αδιεξόδων και θα θέτει προτεραιότητες με βάση τα συμφέροντα του κόσμου της εργασίας ή αν θα κερδίσει η αφήγηση αυτών που λεηλάτησαν τα ταμεία και διέλυσαν τις εργασιακές σχέσεις. Αυτή τη μάχη δεν μπορούμε να τη δώσουμε μέσα από τα πληκτρολόγια του υπολογιστή μας.

Πηγή: η Αυγή