Ιούνιος 2021
...Εκεί που φύτρωνε φλισκούνι κι άγρια μέντα
κι έβγαζε η γη το πρώτο της κυκλάμινο
τώρα χωριάτες παζαρεύουν τα τσιμέντα
και τα πουλιά πέφτουν νεκρά στην υψικάμινο…
Προφητικό το ποίημα του Γκάτσου για όσα συντελούνται από την κυβέρνηση της ΝΔ και την Υπουργό Πολιτισμού Λ. Μενδώνη πάνω στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης. Το θέμα είναι βαθιά πολιτικό και αφορά στην διαχείριση συνολικά της Πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Η αντίληψη που προκρίνεται με προχειρότητα και βιάση, εκμεταλλευόμενη τις συνθήκες εγκλεισμού λόγω πανδημίας, είναι αυτή που περιγράφεται με τον όρο Disneyfication. Δηλαδή, η διαδικασία απογύμνωσης ενός πραγματικού τόπου ή αντικειμένου από τον αρχικό του χαρακτήρα και τις αξίες του, με στόχο τον εμπορικό μετασχηματισμό του σε κάτι απλοϊκό, πιο ευχάριστο, εύληπτο και εύπεπτο, έτοιμο για μαζική και γρήγορη κατανάλωση.
Η κυβέρνηση της ΝΔ, πιστή σε αυτό το αγοραίο και ταυτόχρονα ελιτίστικο πνεύμα, αντιμετωπίζει αιώνια μνημεία της ανθρώπινης δημιουργίας με όρους προσωπικής ιδιοκτησίας, τα εργαλειοποιεί και τα «φτιασιδώνει» παραβιάζοντας ακόμη και διεθνείς συνθήκες και επιστημονικές αρχές, παρακάμπτοντας τη νομοθεσία και τις ορθές διαδικασίες, για να τα μετατρέψει σε σκηνικό κατάλληλο να υποδεχθεί τη πρόσκαιρη λάμψη των… celebrities. Να τα αποξενώσει από την κοινωνία, μετατρέποντάς τα σε ένα ακόμα πεδίο προνομιακής πρόσβασης και ιδιόχρησης. Και φυσικά, δεν διστάζει να τα θυσιάσει στο βωμό οικονομικών και άλλων συμφερόντων, προσβλέποντας στη μεγιστοποίηση των κερδών φίλων, «χορηγών», «ευεργετών» και κάθε είδους ομοτράπεζων με όχημα την αλόγιστη υπερεκμετάλλευση και της Πολιτιστικής κληρονομιάς.
Τα σχέδια αυτά δεν προέκυψαν ως κεραυνός εν αιθρία! Το 2010 με οργή και αγανάκτηση έγιναν δεκτά τα δημοσιεύματα της γερμανικής εφημερίδας Bild που μας συμβούλευαν να πουλήσουμε την Ακρόπολη για να ξεχρεώσουμε… Τότε κάτι τέτοιο θεωρήθηκε εξωφρενικό από την κοινή γνώμη.
Το 2014, μόλις 4 χρόνια μετά, ξεκίνησε το γενικό εθνικό ξεπούλημα και κάποιοι έφτασαν να το… συζητάνε. Όχι ακόμη μέχρι του σημείου να πουλήσουν την Ακρόπολη - έκαναν όμως την αρχή, να παραχωρήσουν σε ιδιωτικά ιδρύματα την ανάδειξη αρχαιολογικών χώρων (Κεραμικός, Βραυρώνα) και να εκμεταλλευτούν «εμπορικά» τα αρχαία μνημεία μας με το αζημίωτο (Στοά Αττάλου, τουριστικά πακέτα από το ξενοδοχείο Costa Navarino «γίνε αρχαιολόγος-ανασκαφέας για μια μέρα στην Αρχαία Μεσσήνη» κ.α.)
Το 2014 η κυβερνητική πολιτική ήταν, «τα βγάζω όλα στο σφυρί», αλλά και τα θεσμικά όργανα – η πλειοψηφία του ΚΑΣ – που έχουν ταχθεί να προστατεύουν την Αρχαιολογική κληρονομιά, δε δίστασαν κάτω από τις πολιτικές πιέσεις, να ενδώσουν στα διάφορα ιδιωτικά-επιχειρηματικά συμφέροντα και να παραχωρήσουν τα μνημεία απαξιώνοντάς τα και θίγοντας την ηθική υπόσταση τους.
Το 2015 επί ΣΥΡΙΖΑ όλα αυτά σταμάτησαν και εκπονήθηκε συνολικό σχέδιο διαχείρισης σύμφωνο με τον Αρχαιολογικό Νόμο του 2002 και πάντα σε άμεση συνεργασία με τις υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ. Το 2017 αρνηθήκαμε στον οίκο μόδας Gucci επίδειξη μόδας στην Ακρόπολη με το επιχείρημα ότι «είναι όχι απλώς ένα μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, αλλά ένα σύμβολο για όλη την ανθρωπότητα, που δεν μπορεί να μπαίνει σε εμπορικές συναλλαγές»….
Τι άλλαξε σε αυτό το επιχείρημα και σήμερα παραχωρείται μαζί με άλλους εμβληματικούς αρχαιολογικούς χώρους και μνημεία, σε γνωστή πολυεθνική- «τον οίκο μόδας Dior» για χρήση τους ως σκηνικό σε επίδειξη μόδας ; !
Ξεκάθαρα το 2021 «υπό την αιγίδα» της κυβέρνησης Μητσοτάκη, η επιχειρηματική ελίτ επανέρχεται στη διαχρονική της αναζήτηση για μια «ιδιαίτερη επαφή» με τους πολιτιστικούς μας χώρους, κατ’ εξαίρεση και με κριτήριο τον πλούτο της και την επίδειξη ισχύος της. Σε αυτό το πνεύμα, όχι όποιοι κι όποιοι, αλλά μόνο οι οικονομικά ισχυροί επιτρέπεται να απολαμβάνουν, όπως αυτοί επιθυμούν, τα αρχαία μνημεία, με ποικίλες εκδηλώσεις που ξεφεύγουν από τον καθαρά αρχαιολογικό χαρακτήρα τους. Από την άλλη, πολιτικοί και παράγοντες που διαχειρίζονται την εξουσία στο όνομα των συμφερόντων των οικονομικών ελίτ που τους ανέδειξαν, αποφασίζουν υπέρ των «φίλων» τους, προκειμένου να τους είναι αρεστοί, και παραχωρούν δημόσιους χώρους για δημοσιοσχετίστικες φιέστες, με άλλοθι την επίπλαστη επικάλυψη της διεθνούς προβολής της χώρας και της εισπράξεως ενός αντιτίμου, το οποίο δήθεν θα συμβάλλει στα έσοδα μιας χρεοκοπημένης χώρας.
Στον αντίποδα όλων αυτών, βρίσκεται η πολιτιστική διαχείριση που πρεσβεύουμε, που όμως έχει ακόμη να αντιπαλέψει με τα υπολείμματα του προηγούμενου ελιτίστικου καθεστώτος, που επιμένουν να προορίζουν την Πολιτιστική μας κληρονομιά μόνο για μια «κλειστή» ομάδα ολίγων και εκλεκτών.
Είναι η σύγχρονη, προοδευτική αντίληψη για το ρόλο των μνημείων, των αρχαιολογικών χώρων και των μουσείων και η οποία οφείλει να:
- Αντιμετωπίζει την Πολιτιστική κληρονομιά ως δημόσιο αγαθό με προστιθέμενη αξία για την κοινωνία και συμπεριληπτική κουλτούρα
- Σέβεται, τα μνημεία, τις ταυτοτικές αξίες τους, τη διαχρονία τους, όλες τις ιστορικές τους φάσεις και τις ανάγκες τους, τους επιστημονικούς κανόνες και τους διεθνείς νόμους
- Ενισχύει τον παιδευτικό και ψυχαγωγικό (αγωγή της ψυχής) της ρόλο
- Την διατηρεί οικονομικά εύρωστη, ώστε να συμβάλλει στην πνευματική και πολιτιστική καλλιέργεια του ατόμου και στην ευημερία και την εξέλιξη της κοινωνίας στο σύνολό της χωρίς ταξικούς ή άλλους αποκλεισμούς. Ανεβάζει έτσι το πολιτιστικό επίπεδο της κοινωνίας, αναβαθμίζει το καλλιτεχνικό της αισθητήριο και διευρύνει το γνωσιολογικό της πεδίο.
Όσο για την διεθνή προβολή που δήθεν επιτυγχάνεται με ανάλογες εκδηλώσεις, η Ελλάδα χάνει όταν ευτελίζει η ίδια την κληρονομιά της και την «παζαρεύει» υποβιβάζοντάς την σε αντικείμενο συναλλαγής, ενώ κερδίζει εξάγοντας τις αξίες της διαχρονικής πολιτιστικής δημιουργίας της, έχοντας πρωτίστως φροντίσει να εδραιώσει τον παιδευτικό της ρόλο μέσα στην κοινωνία.