Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2012

Περί του Οργανισμού...

Το ζήτημα του νέου Οργανισμού επανέρχεται στο προσκήνιο. Κι αυτή τη φορά από τη συζήτηση (αν υποθέσουμε ότι κάπου, κάπως αυτή διεξάγεται) εύκολα καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι κινείται επιφανειακά (στα όρια του απλοϊκού), φέρει το σπέρμα των συντεχνιακών αντιλήψεων και συσκοτίζει την ουσία του θέματος.

Επειδή τα γραπτά έχουν την κακή συνήθεια να μένουν, δημοσιεύουμε ένα τμήμα από το κείμενο εισήγησης του Δ.Σ. του ΕΝΙΑΙΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ στην τελευταία έκτακτη Γενική Συνέλευση. Τότε είχαμε συμβάλλει ως παράταξη (και ως πρόσωπα) στην ανάδειξη κάποιων "θεωρητικών" στοιχείων για το "Νέο Οργανισμό", τα οποία ωστόσο είναι κρίσιμα για να μπορούμε να κατανοούμε τι κρύβεται ανάμεσα στις γραμμές και πίσω από τις εκσυγχρονιστικές κορώνες. Χωρίς να διεκδικούμε το αλάθητο στις απόψεις μας εξακολουθούμε να τις θεωρούμε επίκαιρες.

Παραθέτουμε, λοιπόν,  το πρώτο μέρος εκείνης της εισήγησης - απόφασης για ενημέρωση των συναδέλφων αλλά και προς υπενθύμιση σε όλους όσους σήμερα σπεύδουν να προσέλθουν με "υπεύθυνες προτάσεις" στο (στημένο) διάλογο με την πολιτική ηγεσία.


...



εισαγωγικές παρατηρήσεις
Ο οργανισμός κάθε Υπουργείου και άρα και του ΥΠΠΟΤ δεν είναι ένα τυπικό ή ουδέτερο «οργανόγραμμα» που απλά διαρθρώνει Διευθύνσεις, Τμήματα και προσωπικό προκειμένου αυτά να καταστούν «λειτουργικότερα», «αποτελεσματικότερα» και «ορθολογικά». Η εξωτερική (οργανωτική, διοικητική) θεώρηση των οργανισμών ως «ορθολογικά οργανωμένων γραφειοκρατικών μηχανισμών» αποτελεί μια εκδοχή της φιλελεύθερης-βεμπεριανής άποψης, που στη σημερινή της εκδοχή μπολιάζεται με τις νεοσυντηριτικές απόψεις της «διογκωμένης κυβέρνησης» (το «μεγάλο και σπάταλο κράτος»), της δημόσιας διοίκησης που υποθάλπει τη διαφθορά και από όργανο εξυπηρέτησης των συλλογικών συμφερόντων έχει μετατραπεί σε ένα  δυσλειτουργικό μηχανισμό ικανοποίησης ιδιοτελών σκοπών.
Πίσω από αυτές τις προσεγγίσεις αποκρύπτεται ότι κάθε οργανισμός αποτελεί ένα εργαλείο εξυπηρέτησης των συμφερόντων της κυρίαρχης κοινωνικής τάξης. Κάθε οργανισμός συνδέεται και αποκρυσταλλώνει ιδεολογικές, πολιτικές, οικονομικές αντιλήψεις και προσανατολισμούς. 

η σημασία της συγκυρίας
Κάθε Νόμος (και άρα και οι Οργανισμοί) αποτυπώνουν συγκεκριμένους συσχετισμούς δυνάμεων. Επομένως κάθε νομοθετική ρύθμιση πρέπει να εξετάζεται στη συγκυρία που λαμβάνει χώρα. Η σημερινή συγκυρία είναι καταφανώς αρνητική για τις δυνάμεις της εργασίας. Διανύοντας τον 3ο χρόνο στο μνημόνιο που συνομολόγησε, υπέγραψε και υλοποιεί η ελληνική αστική τάξη με το ΔΝΤ και την Ε.Ε., ζούμε μία συνολική και εξαιρετικής έντασης επίθεση στα δικαιώματα και τις κατακτήσεις μας. Ουσιαστικά ζούμε τη συνολική – ολοκληρωτική απόσυρση της αστικής τάξης από το μεταπολεμικό-μετεμφυλιακό συμβιβασμό του «κοινωνικού κράτους», από κάθε εκδοχή «κοινωνικού συμβολαίου».
Σήμερα, η συγκυβέρνηση του ΔΝΤ και της Ε.Ε. έχει ξεκάθαρους και διακηρυγμένους στόχους:
-     Τη μείωση του δημόσιου τομέα (καταργήσεις υπηρεσιών, συγχωνεύσεις κ.λπ.). Η μείωση αυτή έχει ως διακηρυγμένο στόχο τη μείωση των μονάδων (Διευθύνσεις, Τμήματα) τουλάχιστον κατά 30% (βλ. εγκύκλιο Ρέππα). Προφανώς πίσω από τις καταργήσεις Διευθύνσεων και Τμημάτων υπάρχουν εργαζόμενοι.
-      Την εκχώρηση των πλέον επικερδών δραστηριοτήτων, των «φιλέτων» του δημοσίου τομέα, στους ιδιώτες (απόσπαση αρμοδιοτήτων και λειτουργιών και απόδοσή τους στο κεφάλαιο). Ήδη προδιαγράφονται (και γνωρίζουμε και από προσωπική πείρα) ότι οι «υποστηρικτικές λειτουργίες» οδεύουν ολοταχώς προς τους ιδιώτες: καθαριότητα, φύλαξη, γραμματειακή υποστήριξη, μισθοδοσία κ.λπ.
-          Τις απολύσεις προσωπικού (μόνιμων και αορίστου χρόνου) είτε μέσα από καταργήσεις υπηρεσιών, είτε μέσα από την υπέρβαση της συνταγματικά κατοχυρωμένης προστασίας της εργασίας που παρείχε η μονιμότητα στο δημόσιο (βλ. «εφεδρεία»-«προσυνταξιοδοτικό»), είτε μετά από δήθεν αδιάβλητες και αντικειμενικές διαδικασίες αξιολόγησης. Στο σημείο αυτό πρέπει να εκτιμηθεί ότι η κατάργηση των οργανικών θέσεων και η θεσμοθέτηση του «κρατικού υπαλλήλου» συμβάλλει αποφασιστικά στη ρευστοποίηση των δημοσίων υπηρεσιών και εντείνει την ανασφάλεια (και την πειθάρχηση) των εργαζομένων που πλέον μπορούν εύκολα να μετακινηθούν ανάλογα με τις «ανάγκες της Υπηρεσίας», ακόμη και στην «πινέζα» του χάρτη.

Με βάση τα παραπάνω δεν πρέπει να υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία για το τι σηματοδοτεί σήμερα η αλλαγή στους οργανισμούς των Υπουργείων και των ΝΠΔΔ: συρρίκνωση του Δημοσίου και απολύσεις εργαζομένων. Άλλωστε αποτελεί διακηρυγμένο στόχο της συγκυβέρνησης και της «Τρόϊκας» η απόλυση 150.000 υπαλλήλων τα προσεχή δύο έτη
ειδικά στο ΥΠΠΟ-Τ

Ειδικά στο Υπουργείο Πολιτισμού (και Τουρισμού) ο Οργανισμός πρέπει να προσεγγίζεται και να αναλύεται λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του Υπουργείου. Επιγραμματικά κάθε προσέγγιση οφείλει να λαμβάνει υπ’ όψιν:
-     Τον ιδεολογικό ρόλο και τη χρήση της αρχαιολογίας στη συγκρότηση της «εθνικής συνείδησης» και της ταυτότητας των «νεοελληνικού κράτους». Επί της ουσίας πρόκειται για μια προβολή του μύθου της αντικειμενικής και ουδέτερης επιστήμης.
-          Τον ιστορικό τρόπο με το οποίο συγκροτήθηκε η «αρχαιολογική υπηρεσία», την ίδρυση του Υπουργείου Πολιτισμού και Επιστημών την περίοδο της Χούντας, τη μετεξέλιξή του σε Υπουργείο Πολιτισμού για να καταλήξει σήμερα Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού. Προφανώς, η πορεία αυτή επικαθορίζεται από τη συνολική ιστορική πορεία συγκρότησης της δημόσιας διοίκησης στο νεοελληνικό κράτος.
Στο σημείο αυτό θεωρούμε σημαντικό να κάνουμε μια παρατήρηση: σχετίζεται με την μεγάλη αλλαγή που σηματοδότησε η άνοδος του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία το 1981, οπότε και ο δημόσιος τομέας από κλειστός μηχανισμός του κράτους ανοίγει προς την κοινωνία και διάφορα τμήματά της αποκτούν πρόσβαση σ’ αυτόν μετά δεκαετίες συστηματικού αποκλεισμού (βλ. πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων ως προϋπόθεση για την πρόσληψη στο Δημόσιο). Ο εκδημοκρατισμός του δημόσιου τομέα, η μαζικοποίησή του (και ως απάντηση στο πρόβλημα της ανεργίας που ο ιδιωτικός τομέας στην Ελλάδα αδυνατεί να απορροφήσει), συνδέεται άμεσα και με τη τάση τα στρώματα αυτά να επιδιώκουν την (διευρυμένη) αναπαραγωγή τους και την ανέλιξή τους. Επίσης, δεν πρέπει να υποτιμηθεί ο ρόλος που διαδραμάτισε και εξακολουθεί να διαδραματίζει το συνδικαλιστικό κίνημα στο Δημόσιο Τομέα (μεγάλη συνδικαλιστική πυκνότητα, ασφαλής άσκηση του συνδικαλισμού, «συνδιοίκηση», «κομματισμός» κ.λπ.)
-          Τις τυπικές ή άτυπες σχέσεις ιεραρχίας (προβαδίσματος) στο εσωτερικό της διοίκησης του ΥΠΠΟ(Τ). Το τυπικό ή άτυπο προβάδισμα τόσο μεταξύ των διαφόρων Υπηρεσιών (π.χ. Εφορείες Αρχαιοτήτων / Υπηρεσίες Νεωτέρων Μνημείων) όσο και του προσωπικού. Στο σημείο αυτό εντάσσονται αντιλήψεις και πρακτικές που παραπέμπουν σε ένα είδος «αυτάρκους συντεχνίας», που έχει την τάση να αυτονομείται από την υπόλοιπη κοινωνία.
-      Τη συγχώνευση του Υπουργείου Πολιτισμού με το Υπουργείο Τουριστικής ανάπτυξης. Η συγχώνευση αυτή σηματοδοτεί αφενός τις εμπορευματικές αντιλήψεις γύρω από την πολιτιστική κληρονομιά κι αφετέρου μια στρεβλή αντίληψη για τον τουρισμό. Ο κεντρικός πυρήνας της ισχυρής ακόμη και σήμερα αντίληψης είναι ο «περιηγητισμός»: ακόμη και στην περίοδο του μαζικού τουρισμού, ο «τουρίστας» έρχεται στην Ελλάδα για να θαυμάσει τα υλικά ίχνη του αρχαίου πολιτισμού, να απολαύσει το φυσικό κάλλος («ήλιος και θάλασσα») και να ζήσει την εμπειρία της «ελληνικής φιλοξενίας» («συρτάκι, μουσακάς και ούζο»).
-      Την συστηματική έλλειψη οικονομικών πόρων και προσωπικού στο σύνολο των Υπηρεσιών του ΥΠΠΟ(Τ) που οδηγεί σε αδυναμία των Υπηρεσιών να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις και τις ανάγκες της κοινωνίας (και εν τέλει στρέφει την κοινωνία εναντίον της «αρχαιολογικής υπηρεσίας»).
-    Τον τρόπο με τον οποίο προέκυψε (και υλοποιήθηκε) ο υφιστάμενος οργανισμός. Ο υφιστάμενος οργανισμός (2003) συμβόλιζε σε μεγάλο βαθμό μια εκτατική τάση στο ΥΠΠΟ (νέες υπηρεσίες, νέα τμήματα κ.λπ.) που σε σημαντικό βαθμό εξασφάλιζε το δημόσιο – κρατικό χαρακτήρα στην προστασία, προβολή, ανάδειξη και διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς. Φυσικά στον ισχύοντα οργανισμό αποτυπώθηκαν και ισορροπίες- συμφέροντα επιμέρους κλάδων και ειδικοτήτων. Πρέπει, επίσης, επίσης να εκτιμηθεί ότι ο υφιστάμενος οργανισμός ποτέ δεν υλοποιήθηκε στο σύνολό του, ούτε ποτέ ως τώρα υπήρξε μια συστηματική αποτίμηση της εμπειρίας από την εφαρμογή του.

...
 (Σημείωση: εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι οι αποφάσεις είναι δεσμευτικές και τα Δ.Σ. οφείλουν, όταν τοποθετούνται δημόσια, να τις αναφέρουν και να τις στηρίζουν κι όχι να τις "ξεχνάνε"...)